Γκεόργκε, Στέφαν

Γκεόργκε, Στέφαν
(Stephan George, Μπιντεσχάιμ 1868 – Λοκάρνο 1933). Γερμανός ποιητής. Θεωρείται ο σημαντικότερος παρακμιακός (decadent) ποιητής της Γερμανίας, μετά τον Χόφμανσταλ και τον Ρίλκε. Το έργο του, γέννημα της αντίθεσής του στον ποιητικό νατουραλισμό και στον θετικιστικό επιστημονισμό, ήταν έκφραση μιας αισθητικής αντίληψης, που στηριζόταν στην καθαρότητα της τέχνης και στη λατρεία του ωραίου. Ο Γ. αντιλαμβανόταν την τέχνη ως αριστοκρατική ποιητική έκφραση (Gestaltung) και καλλιεργούσε, απορρίπτοντας τον νατουραλισμό, τις μορφικές αξίες, προβάλλοντας συγχρόνως ως ιδανικό τον μύθο και τον ηρωικό ατομικισμό. Οι αντιλήψεις αυτές, που τις συμμεριζόταν και η ομάδα που είχε συγκεντρωθεί γύρω από την επιθεώρηση Φύλλα για την Τέχνη (1890-92), προέρχονταν έως ένα σημείο από τον Νίτσε και τους Γάλλους συμβολιστές. Ο Γ. μετέφρασε στα γερμανικά πολλούς ξένους ποιητές (Σαίξπηρ, Δάντη, Βερλέν, Μαλαρμέ, Μποντλέρ, Ροσέτι, Σουίνμπορν, Ντ’ Ανούντσιο). Από τις πρώτες συλλογές του (1890-92) Ύμνοι, Προσκυνήματα, Ηλιογάβαλος και Βιβλία των ποιμένων και των ύμνων, των θρύλων και τραγουδιών και των κρεμαστών κήπων (1894-1895), και συνεχίζοντας με τις μεταγενέστερες Το έτος της ψυχής (1897), Το χαλί της ζωής (1899) και Το έβδομο δαχτυλίδι (1907), ο Γ. προχώρησε προς μια αυστηρή κάθαρση της γλώσσας. Το περίτεχνο και κομψό ύφος του και ο ονειρικός συμβολισμός του –ιδιαίτερα στα δύο τελευταία έργα– έπαυσαν να εκφράζονται με εξωτικά τοπία ή παράξενους διάκοσμους και απέκτησαν μεγαλύτερη εσωτερικότητα. Στα τελευταία έργα του εξέφρασε νέες ηθικοπολιτικές θέσεις και υποστήριξε τον μύθο της αυτονομίας του ατόμου ως πηγή μιας κοινωνικά ανανεωμένης ανθρωπότητας. Προσωπογραφία του Στέφαν Γκεόργκε, ενός από τους σημαντικότερους decadent ποιητές της Γερμανίας, έργο του Χέρμαν Φρομπένιους (φωτ. Gilardi).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ρουμανία — Κράτος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β με την Ουκρανία, στα Δ με την Ουγγαρία και τη Σερβία, στα Ν με τη Βουλγαρία, ενώ στα Α βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα.H Pουμανία ανήκει στην παραδουνάβια Eυρώπη κι εισχωρεί σαν σφήνα στο σλαβικό… …   Dictionary of Greek

  • Γιάκομπσεν, Γενς Πέτερ — (Jens Peter Jacobsen, Τίστεντ 1847 – 1885). Δανός συγγραφέας. Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε σε στενή επαφή με τη φύση. Σπούδασε φυσική και χημεία στην Κοπεγχάγη και μετά βοτανική. Οπαδός του Δαρβίνου, μετέφρασε τα έργα του και διέδωσε τις… …   Dictionary of Greek

  • Θεοδωρίδης, Χαράλαμπος — (Καισάρεια, Μικρά Ασία 1883 – Αθήνα 1958). Πανεπιστημιακός. Φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή της Κωνσταντινούπολης, εργάστηκε ως δάσκαλος σε διάφορες κοινότητες της Τουρκίας, σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή Αθηνών (έως το 1913) και έπειτα στη… …   Dictionary of Greek

  • ντεκανταντισμός — Όρος που αρχικά δήλωνε ένα γαλλικό λογοτεχνικό ρεύμα που εμφανίστηκε το 1880 με βάση τις μεταρομαντικές ποιητικές θεωρίες και ως πολεμική εναντίον των παρνασσιακών. Στην πραγματικότητα decadents (παρηκμασμένοι) ονομάστηκαν από τους αντιπάλους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”